Το (αν)οίκειο της ψύχωσης
Βασίλειος Μπουρλιάσκος
Περίληψη
Η διαχρονικά αέναη παρουσία της ψύχωσης που συνοδεύει τα στάδια εξέλιξης της κοινωνικής ζωής του ανθρώπου δείχνει το πόσο οικεία και γνώριμη είναι και ταυτόχρονα καταδεικνύει πόσα μας είναι άγνωστα σε αυτήν. Η ψύχωση έχει εγείρει συζητήσεις προσέγγισής της, απόπειρες ερμηνείας της και φανερώνει πως ο ψυχωτικός μάς είναι οικείος και ξένος. Τα ανοίκεια οικεία χαρακτηριστικά της ψύχωσης επιχειρείται να προσεγγιστούν στο κείμενο που ακολουθεί μέσα από τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις του Freud και του Lacan με κοινό τόπο αναφοράς και εστίαση την περίπτωση Σρέμπερ.
Λέξεις κλειδιά: Ψύχωση, ανοίκειο, Σρέμπερ, φόβος, αμφιβολία.
Εισαγωγή
Στην Ιστορία της τρέλας ο Foucault[1] εξιστορεί με γλαφυρότητα τα διάφορα στάδια θεώρησης και αντιμετώπισης των τρελών. Η ύπαρξη της τρέλας δεν είναι καινοφανής. Ο αριθμός των τρελών δεν ήταν αμελητέος. Αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος της αντιμετώπισής τους: Ο τρελός δίπλα στον βασιλιά για να διασκεδάζει τους αριστοκράτες και να λέει τις αλήθειες με τρόπο που κανείς άλλος δεν θα τολμούσε να εκστομίσει, ο τρελός σιδηροδέσμιος, ο τρελός έγκλειστος για ανθρωπιστικούς λόγους ή υποκείμενος σε καταστολή μέσω φαρμακευτικής αγωγής για το καλό το δικό του και του κοινωνικού συνόλου. Ο κοινός παρονομαστής είναι πως η τρέλα και ο τρελός είναι κοντά και μακριά μας, η παρουσία του είναι οικεία και ξένη (ανοίκεια).
Αυτή τη σχέση του (αν)οίκειου της τρέλας ή της ψύχωσης θα αποπειραθούμε να προσεγγίσουμε κυρίως μέσα από δύο κείμενα του Freud: Το κείμενό του Ο Πρόεδρος Σρέμπερ[2] που δημοσιεύθηκε το 1911 και Το ανοίκειο[3] που δημοσιεύθηκε το 1919, σε συνδυασμό με κάποιες πτυχές της λακανικής προσέγγισης για την ψύχωση.
Το ανοίκειο
Αν και το κείμενο του Freud για το ανοίκειο αναφέρεται αρχικά στην παράνοια και τη νεύρωση,[4] μπορεί εντούτοις να επιχειρηθεί η σύνδεσή του με την ψύχωση και τη λακανική της ερμηνεία. Το ανοίκειο ως εκείνο που είναι ταυτόχρονα οικείο και ξένο· αυτό που επιστρέφει από το απωθημένο και προκαλεί δυσφορία. Πρόκειται για το απωθημένο που επιστρέφει και εμφανίζεται σε καθημερινές καταστάσεις ως κάτι παράξενα γνώριμο.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ανοίκειο υπάγεται στην κατηγορία των στοιχείων που προκαλούν φόβο, τρόμο και φρίκη, κι άλλο τόσο βέβαιο είναι ότι η συγκεκριμένη λέξη δεν χρησιμοποιείται πάντα με μια έννοια που μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, έτσι ώστε καταλήγει συνήθως σε ταυτοσημία με το τρομακτικό.»[5] Το τρομακτικό αφορά ιδίως το κοινωνικό σύνολο που δεν έχει επαρκή κατανόηση ή που κατακλύζεται από εικόνες ψύχωσης που οδηγούν σε αποτρόπαια βίαιες πράξεις και που παρουσιάζονται μεγεθυμένες, υπερτονίζοντας το στοιχείο του φόβου, του απρόβλεπτου και της ανασφάλειας. Υπάρχει ένας «κοινός πυρήνας που επιτρέπει να διακρίνουμε κάτι “ανοίκειο” σ’ αυτό που προκαλεί φόβο»,[6] «…η αίσθηση του ανοίκειου δημιουργείται συχνά, και μάλιστα εύκολα, όταν καταλύεται το όριο μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας…».[7]
Μεθοδολογικά ο Freud, στην ανάλυση του ανοίκειου, κινείται σε δύο κατευθύνσεις: α) Σημασιολογικά και γλωσσικά και β) Μέσω της συλλογής προσώπων και πραγμάτων, αισθημάτων, βιωμάτων και καταστάσεων που γεννούν την αίσθηση του ανοίκειου.[8]
Προκαταβολικά ο Freud διαπιστώνει πως το αποτέλεσμα της μελέτης του είναι ότι «το ανοίκειο [unheimlich] είναι μια μορφή του τρομακτικού, η οποία ανάγεται σε κάτι παλαιόθεν γνωστό και οικείο [heimlich]. Η συνέχεια θα δείξει πώς αυτό το οικείο μπορεί να καταστεί ανοίκειο και φρικώδες, τρομακτικό.»[9]
Επικαλούμενος επίσης τον Γιεντς, που ασχολήθηκε με το ανοίκειο, παρουσιάζει την υπόδειξη που επικαλείται ο Γιεντς, που θεωρεί πιο ενδεικτική περίπτωση ανοίκειου την «αμφιβολία για την ύπαρξη ζωής σε ένα εκ πρώτης όψεως έμβιο ον και, αντίστροφα, την υποψία ότι ένα άψυχο αντικείμενο είναι τελικά έμψυχο», επιστρατεύοντας ως παράδειγμα «την εντύπωση που προκαλούν οι κέρινες μορφές, οι καλοφτιαγμένες κούκλες και τα μηχανικά παιχνίδια».[10]
Ο πρόεδρος Σρέμπερ
Το άλλο κείμενο του Freud, αυτό της Αυτοβιογραφίας του Σρέμπερ,[11] μπορούμε να δούμε πως είναι γεμάτο από παραδείγματα του ανοίκειου: Ο Σρέμπερ παραπονιόταν ότι πάσχει από μαλάκυνση εγκεφάλου, φοβόταν ότι θα πέθαινε σύντομα, είχε ιδέες καταδίωξης, ανέπτυξε υπερευαισθησία στο φως και τον θόρυβο και στη συνέχεια είχε οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις. Νόμιζε ότι είχε πεθάνει και σαπίζει, ότι είχε προσβληθεί από λοιμό και ότι γενικότερα το σώμα του εν ονόματι ενός θεάρεστου έργου είχε υποστεί κακομεταχείριση. Πίστευε πως υπάρχει υδροκυάνιο που προοριζόταν γι’ αυτόν και απαιτούσε να του το δώσουν. Με την πάροδο του χρόνου οι ιδέες του πήραν μυστικιστικό και θρησκευτικό χαρακτήρα, επικοινωνούσε άμεσα με τον Θεό, οι διάβολοι τον κορόιδευαν, έβλεπε θαυμαστά οράματα και στο τέλος πίστευε ότι κατοικούσε σε άλλον κόσμο.[12] Αυτά τα φαινόμενα έχουν μια οικειότητα, αλλά παρουσιάζονται μέσα από παραληρηματικές εικόνες που τα καθιστούν ανοίκεια και απειλητικά.
Αυτό που επιτείνει την αίσθηση του ανοίκειου πηγάζει από τη διάγνωση του δρ. Βέμπερ που το 1899 σημειώνει πως ο Σρέμπερ φαίνεται πως είναι πλήρως λειτουργικός και έχει εξαιρετική μνήμη, γνώσεις για πολλά θέματα, ικανότητα έκφρασης λόγου με ειρμό σκέψης, δεν παρουσιάζει μειωμένη νοητική ικανότητα και γενικά κάποιος παρατηρητής που δεν γνωρίζει λεπτομέρειες για την κατάστασή του δεν μπορεί να αντιληφθεί κάποια απόκλιση. Είναι όμως γεμάτος από νοσηρές παραστάσεις που συνιστούν ένα κλειστό, παγιωμένο σύστημα.[13]
Ο Σρέμπερ θεωρεί ότι η αποστολή του είναι να σώσει την ανθρωπότητα και, για να γίνει αυτό πραγματικότητα, πρέπει πρώτα να μεταμορφωθεί σε γυναίκα. Στην πορεία της μεταμόρφωσής του ισχυριζόταν ότι βίωνε τέτοιες σωματικές αλλαγές που θα ήταν ικανές άλλα άτομα να τα οδηγήσουν στο θάνατο. Αλλά οι θεϊκές ακτίνες τον θεράπευαν και, παρόλο που παρέμενε άνθρωπος, ήταν εντούτοις αθάνατος. Ως αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής, έχει πλέον επικρατήσει η θηλυκότητά του και έχει αμέτρητα γυναικεία νεύρα στο σώμα του. Όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία μέσω της άμεσης γονιμοποίησής του από τον Θεό, θα προκύψουν νέοι άνθρωποι και τότε, έχοντας εκπληρώσει την αποστολή του, θα πεθάνει. Η πεποίθηση αυτή του Σρέμπερ σχετικά με τη μεταμόρφωσή του υποδηλώνει, σύμφωνα με τον Freud, τη λανθάνουσα ομοφυλοφιλία του.[14]
Ο Freud επισημαίνει τα εξής σημεία:
α) Την εστίαση του γιατρού, όπως φαίνεται από τη γνωμάτευσή του, σε δύο σημεία: i) στο ρόλο του σωτήρα και ii) στη μεταμόρφωσή του σε γυναίκα (αποαρσενικοποίηση, παραλήρημα απάλειψης του ανδρισμού).[15]
β) Η σχέση του με τον Θεό είναι ιδιόμορφη και αντιφατική[16].
Μια σημαντική διαπίστωση που κάνει ο Freud όταν αναλύει την προσπάθεια του Σρέμπερ να διασώσει την ανθρωπότητα και τον κόσμο από την καταστροφή είναι ότι ο παρανοϊκός ουσιαστικά ξαναχτίζει τον κόσμο – έναν όποιο κόσμο: «Τον χτίζει με την εργασία του παραληρήματός του. Ό,τι θεωρούμε παραγωγή ασθενείας, η διαμόρφωση του παραληρήματος, είναι στην πραγματικότητα η προσπάθεια θεραπείας, η ανοικοδόμηση.»[17] Η κυριολεκτική διαδικασία της απώθησης συνίσταται σε μια αποδέσμευση της λίμπιντο από αγαπημένα πρόσωπα και πράγματα.
Στο Ανοίκειο μπορεί να εμφανιστεί και με μια άλλη μορφή, αυτή της συνεχούς επανόδου του Ομοίου που συμβαδίζει με την απώθηση της ταυτοπροσωπίας και τον φόβο της «μετάπτωσης» σε μια κατάσταση ψύχωσης.[18] Το αντίγραφο του Εγώ –όμοιος ή η ιδέα του σωσία όπως παρουσιάζεται στον Freud– μπορεί να καθρεπτίσει έναν ανεπιθύμητο εαυτό και να δημιουργήσει φόβο για το μέλλον και ίσως αμφιβολία για την τρέχουσα νοητική κατάσταση. Το ανοίκειο συμβαδίζει με τον φόβο του ατόμου ότι δεν θα μπορέσει να αναπτύξει και να εκδηλώσει πλήρως τις δυνατότητές του. Συμβαδίζει επίσης με τον φόβο περιορισμού της ελεύθερης βούλησης, που αποτελεί κατάκτηση της νεωτερικής κοινωνίας.[19]
Η αυτοπαρατήρηση και η αυτοκριτική συνεχώς ελλοχεύει, παρεισφρέει και παρίσταται στις σκέψεις και στις συναναστροφές με ψυχωτικά άτομα.[20] Σαν αντίδοτο, η συνειδητή λειτουργία διαφοροποιείται από την ψύχωση. Προβάλλεται η παντοδυναμία της σκέψης και η δύναμη του ορθού λόγου σε αντιδιαστολή με τον ψυχωτικό κόσμο που για μας, που δεν είμαστε ψυχωτικοί, δεν είναι πραγματικός – ασχέτως με το πώς εκλαμβάνεται από το ίδιο το άτομο που έχει ψύχωση.[21] Η επαφή με την ψύχωση επαναφέρει στην επιφάνεια ένα, πριν απωθημένο, αγχογόνο στοιχείο: «…το ανοίκειο δεν είναι κάτι νέο ή ξένο αλλά κάτι παλαιόθεν οικείο (vertraut) στην ψυχική ζωή, που η απώθηση αποξένωσε από αυτήν.»[22] Η έννοια (αίσθηση) του ανοίκειου μπορεί να γεννηθεί από τις πεποιθήσεις που έχει απορρίψει ο σύγχρονος άνθρωπος.[23] Ο κλονισμός της βεβαιότητας και η διατάραξη της παντοδυναμίας του ορθού λόγου οδηγούν σε αμφιταλάντευση και στο αίσθημα της αμφιβολίας που μπορεί να εξαναγκάσει σε αναθεώρηση.
Το ανοίκειο μπορεί επίσης να συνδεθεί με μια άλλη μορφή φόβου που για λόγους αυτοπροστασίας μας υποβάλλει τη διατήρηση απόστασης από τον ψυχωτικό. Είναι ο φόβος για το κακό μάτι: «Φοβούμαστε λοιπόν ότι ο άνθρωπος αυτός έχει την κρυφή πρόθεση να μας βλάψει και εκλαμβάνουμε ορισμένα σημάδια ως ενδείξεις ότι διαθέτει και τη δύναμη να πραγματοποιεί αυτή την πρόθεση.»[24]
Οι παραπάνω παρατηρήσεις συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι, για να υπάρξει η αίσθηση του ανοίκειου, είναι απαραίτητη προϋπόθεση να υφίσταται μια διαμάχη στο επίπεδο της λογικής. Ο κλονισμός της βεβαιότητας ότι κάτι που έχει απορριφθεί ως αναληθοφανές ενδέχεται να είναι αληθινό.[25]
Το ανοίκειο του Freud μπορεί να ιδωθεί ως φαινόμενο εντασσόμενο στο Πραγματικό του Lacan. Είναι εκείνο το στοιχείο που δεν μπορεί να συμβολοποιηθεί πλήρως και επανέρχεται ως τραυματικό. Το παραλήρημα του Σρέμπερ συνιστά μια απόπειρα να νοηματοδοτηθεί το Πραγματικό. Η παράνοια του Σρέμπερ είναι γεμάτη από τέτοιες επιστροφές του απωθημένου, που η φροϋδική θεωρία θα περιέγραφε ως ανοίκειες, ενώ κατά τον Lacan θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως εισβολές του Πραγματικού.
Ο Lacan και το ανοίκειο
Αν και ο Lacan δεν έχει συσχετίσει την έννοια του ανοίκειου με την ψύχωση, εντούτοις θα επιχειρηθεί η αναζήτηση κάποιων κοινών συνιστωσών μεταξύ της προσέγγισης του Freud και της ανάλυσης του Lacan για την ψύχωση κυρίως μέσω της ανάλυσης της περίπτωσης του Σρέμπερ. Η ψύχωση αναγνωρίζεται ως μία από τις τρεις δομές του ψυχισμού (οι άλλες δύο είναι η νεύρωση και η διαστροφή). Η ψύχωση εμπερικλείει άλλες τρεις δομές: την παράνοια, τη σχιζοφρένεια και τη μελαγχολία.[26] Αρχικά ο Lacan θεωρεί ότι η ψύχωση συσχετίζεται με τον κόσμο με έναν φαντασιακό τρόπο. Το άτομο αδυνατεί να κατανοήσει τον εγκλωβισμό του στις εικόνες του κόσμου που ο ίδιος έχει επιβάλλει. «…προτείνει ότι μπορούμε να εντοπίσουμε μια δομή ταύτισης στην οποία το εγώ αιχμαλωτίζεται από μια ιδανική εικόνα».[27]
Στη βάση της ψύχωσης βρίσκεται η διάκλειση του σημαίνοντος του Ονόματος-του-Πατρός. Λογικές συνέπειες της διάκλεισης είναι: «1) η ιδέα ότι στην ψύχωση το υποκείμενο απειλεί να μείνει απροσδιόριστο× 2) ο ισχυρισμός ότι ο άλλος γίνεται αντιληπτός ως θεμελιωδώς ασταθής× 3) η άποψη ότι το ασυνείδητο αποκτά έναν χαρακτήρα εξωτερικότητας, και 4) η θέση ότι η φαντασιακή ταύτιση μπορεί να αντισταθμίσει τις αρνητικές συνέπειες της διάκλεισης.»[28]
Από μια σύντομη ανάλυση αυτών των διαπιστώσεων μπορούμε να εντοπίσουμε κάποιους παραλληλισμούς με το ανοίκειο, όπως αυτό ενδεχομένως προσλαμβάνεται από την ευρύτερη ανθρώπινη κοινότητα: Από ανθρώπους που δεν είναι γνώστες των επιδημιολογικών ή στατιστικών δεδομένων που αναφέρονται στην ψύχωση ούτε έχουν σαφή εικόνα προσδιορισμού της που γίνεται με τη χρήση ευρέως χρησιμοποιούμενων κριτηρίων και εργαλείων όπως το DSM και το ICD.
Οι παραλληλισμοί αυτοί μπορεί να είναι: Η απροσδιοριστία του ψυχωτικού υποκειμένου εντείνει την αβεβαιότητά μας και κλονίζει την κυριαρχία του ορθού λόγου. Η αστάθεια επιτείνει τον φόβο μέσω του απρόβλεπτου και του διαρκώς επαπειλούμενου βίαιου ξεσπάσματος, που μέσω αυτού εξωτερικεύεται η ύπαρξη του ασυνειδήτου και μετατρέπεται σε απτή και παρατηρήσιμη. Επίσης, ο λεκτικός και σημασιολογικός πυρήνας δόμησης της γλώσσας του Σρέμπερ, που είναι εμφανής όταν παρουσιάζει τον φαντασιακό κόσμο του, είναι σύμφωνα με τον Lacan μια απαίτηση του σημαίνοντος.[29] Ο κόσμος που δημιουργεί τελικά ο ίδιος ο Σρέμπερ λειτουργεί ως ένας καινοτόμος τρόπος που του διασφαλίζει μια θέση για τον εαυτό του στον κόσμο. Ο Lacan το αναφέρει ως το «τερματικό» σημείο της «ψυχικής διαδικασίας».[30]
Επίλογος
Τα κείμενα του Freud που παρουσιάστηκαν σε μια απόπειρα διασταύρωσης και αναζήτησης κοινών εννοιών και τόπων ερμηνείας με τη λακανική προσέγγιση μας υποδεικνύουν ότι, αν και φαινομενικά δεν υπάρχει εμφανής αναφορά στις λακανικές αναλύσεις στην έννοια του ανοίκειου, μπορούν εντούτοις να ανιχνευθούν και να εξαχθούν κάποιες κοινές εννοιολογικές και ερμηνευτικές ομοιότητες. Κάποιες από αυτές τις ομοιότητες είναι ο φόβος και η αβεβαιότητα, η ομοιότητα, το απρόβλεπτο αλλά και η δυνατότητα κατανόησης και ερμηνείας της ψύχωσης.
Απαραίτητη προϋπόθεση μιας πιο ενδελεχούς έρευνας και προαπαιτούμενό της είναι η περαιτέρω μελέτη και η σε βάθος κατανόηση του συνόλου των μεθοδολογικών προσεγγίσεων του Freud και του Lacan.
Βιβλιογραφία
Fink B., Κλινική Εισαγωγή στη Λακανική Ψυχανάλυση – Θεωρία και Τεχνική. Πλέθρον, 2006.
Φουκώ Μ., Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή. Καλέντης, 2006.
Freud S., Ο Πρόεδρος Σρέμπερ. Ψυχαναλυτικές παρατηρήσεις για την αυτοβιογραφική εξιστόρηση μιας περίπτωσης παράνοιας. Πλέθρον, 2020.
Freud S., Το ανοίκειο. Πλέθρον, 2009.
Λακάν Ζ., Οι ψυχώσεις. Σεμινάριο τρίτο. Ψυχογιός, 2022.
Leader D., Τι είναι η τρέλα; Κέδρος, 2020.
Vanheule S., Το υποκείμενο της ψύχωσης. Εισαγωγή στη λακανική οπτική. Oposito, 2020.
[1] Μ. Φουκώ, Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή. Καλέντης, 2006.
[2] S. Freud, Ο Πρόεδρος Σρέμπερ. Ψυχαναλυτικές παρατηρήσεις για την αυτοβιογραφική εξιστόρηση μιας περίπτωσης παράνοιας. Πλέθρον, 2020.
[3] S. Freud, Το ανοίκειο. Πλέθρον, 2009.
[4] S. Freud, Το ανοίκειο. Πλέθρον, 2009, σελ. 32-33.
[5] Στο ίδιο, σελ. 13.
[6] Στο ίδιο, σελ. 13.
[7] Στο ίδιο, σελ. 52.
[8] Στο ίδιο, σελ. 15.
[9] Στο ίδιο, σελ. 15.
[10] Στο ίδιο, σελ. 26.
[11] S. Freud, Ο Πρόεδρος Σρέμπερ. Ψυχαναλυτικές παρατηρήσεις για την αυτοβιογραφική εξιστόρηση μιας περίπτωσης παράνοιας. Πλέθρον, 2020.
[12] Στο ίδιο, σελ. 15.
[13] Στο ίδιο, σελ. 16-17.
[14] Στο ίδιο, σελ. 18-20.
[15] Στο ίδιο, σελ. 21-25.
[16] Στο ίδιο, σελ. 25-31.
[17] Στο ίδιο, σελ. 87-88.
[18] S. Freud, Το ανοίκειο. Πλέθρον, 2009, σελ. 37-38.
[19] Στο ίδιο, σελ. 40.
[20] Στο ίδιο, σελ. 39.
[21] Στο ίδιο, Σημ. 11, σελ. 47.
[22] Στο ίδιο, σελ. 48.
[23] Στο ίδιο, σελ. 64.
[24] Στο ίδιο, σελ. 46.
[25] Στο ίδιο, σελ. 62.
[26] D. Leader, Τι είναι η τρέλα; Κέδρος, 2020, σελ. 107.
[27] S. Vanheule, Το υποκείμενο της ψύχωσης. Εισαγωγή στη λακανική οπτική. Oposito, 2020, σελ. 21.
[28] Στο ίδιο, σελ. 23.
[29] Ζ. Λακάν, Οι ψυχώσεις. Σεμινάριο τρίτο. Ψυχογιός, 2022, σελ. 107.
[30] B. Fink, Κλινική Εισαγωγή στη Λακανική Ψυχανάλυση – Θεωρία και Τεχνική. Πλέθρον, 2006, σελ. 148.