“Το μυστήριο του ομιλούντος σώματος”, Καρτέλ- τεύχος 1
Παρουσίαση του περιοδικού “Καρτέλ”
Ευαγγελία Κομματά
“Καρτέλ”: Ο τίτλος του περιοδικού, που σας παρουσιάζουμε, δεν είναι τυχαίος. Ως μέλη μίας κοινότητας, αυτής του Φόρουμ της Αθήνας, Μέλους της Διεθνούς των Φόρουμ της Σχολής του Λακανικού Πεδίου, η οποία έχει θέσει ως στόχο την προώθηση του ψυχαναλυτικού λόγου στην Ελλάδα, εμπνευστήκαμε αυτήν την ονομασία απο την απόπειρα του Λακάν να ορίσει την Σχολή του, ως τον “οργανισμό εκείνον που εκπληρώνεται μία εργασία”[1], η οποία θα αποβλέπει στην εκπαίδευση που θα πρέπει να παρέχεται στους ψυχαναλυτές.
Ο Λακάν για την επιτέλεση αυτού του στόχου θα υιοθετήσει την αρχή της εντατικής επεξεργασίας στα πλαίσια μιάς μικρής ομάδας, που είναι το “ΚΑΡΤΕΛ” και η οποία θα απαρτίζεται απο “τρία άτομα το λιγότερο, από πέντε το πολύ, τέσσερα είναι το σωστό μέτρο”. ΣΥΝ ΕΝΑ, επιφορτισμένο με την επιλογή, τη συζήτηση και τον προορισμό που επιφυλάσσεται στην εργασία του καθενός” [2]. Έτσι, το Καρτέλ μετατρέπεται όχι μόνο σε μέσο πρόσβασης, αλλά και σε μέσο δέσμευσης στο εσωτερικό μίας Σχολής.
Ποια είναι, όμως η ετυμολογική προέλευση του όρου; Παλαιότερα η λέξη “καρτέλ”, απο τα ιταλικά cartello, σήμαινε την επιστολή πρόσκλησης σε μονομαχία. Επρόκειτο για ένα χαρτόνι πάνω στο οποίο έγραφε κανείς το όνομα του, ενώ στην συνέχεια το έστελνε σε έναν αντίπαλο, με τον οποίο είχε αποτύχει να λύσει τις διαφορές του δια του διαλόγου. Αυτή η “ειδοποίηση” αποτελούσε την μοναδική λύση ως απάντηση στο αδιέξοδο του λόγου, υπενθυμίζοντας στον εμπλεκόμενο την υποχρέωση τoυ, να δηλώσει παρόν στην εν λόγω πρόκληση.
Η πρακτική που κατονομάζει ο όρος του “Καρτέλ” ανακαλώντας το φαντασιακό των μονομαχιών μέχρι θανάτου, δίνει άμεσα το κλειδί του αριθμού των συμμετεχόντων, δηλαδή την αναγκαιότητα ενός ελάχιστου αριθμού μελών, αφου χρειάζονται και μάρτυρες και παράλληλα ενός μέγιστου αριθμού, αφού το κοινό πρέπει να είναι περιορισμένο.
Ο όρος, όμως “Καρτέλ”, ενω παραπέμπει στην έννοια του λόγου, ενέχει και μία άλλη διάσταση ιδιαίτερα ανατρεπτική, δεδομένου οτι έχει ασκήσει την επιρροή του και σε άλλους τομέις, όπως αυτούς του δικαίου, της οικονομίας, της πολιτικής ή και του θεάτρου, διακινώντας την ιδέα μίας διάστασης, μιάς αντίθετης ή μίας θέσης πρωτοποριακής. Και μάλιστα, μίας θέσης που ήρθε να καταλάβει ο ψυχαλυτικός λόγος έτσι, όπως τον διατύπωσε ο Λακάν.
Πιο συγκεκριμένα, αυτός ο όρος παραπέμπει στην αναζήτηση μιας διαδικασίας, η οποία θα επέτρεπε την διασφάλιση της ύπαρξης του αναλυτικού λόγου σε σχέση με τους άλλους λόγους και παράλληλα την επεξεργασία και την μετάδοση της αναλυτικής γνώσης, δηλαδή της γνώσης του ασυνειδήτου.
Σύμφωνα με τον Λακάν, η συγκρότηση της γνώσης του ασυνειδήτου καθίσταται δυνατή χάρη στη διαδικασία της μεταβίβασης, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση της αναλυτικής πράξης, αλλά και χάρη στην επιθυμία του αναλυτή, ο οποίος επιτρέποντας στο υποκείμενο να έρθει αντιμέτωπο με την φρίκη αυτής της γνώσης, συμβάλλεο στην παραγωγή του ψυχαναλυτικού λόγου.
Τι συμβαίνει όμως, με τον λόγο αυτό πέραν των ορίων της ψυχαναλυτικής πράξης; Πως μπορεί κανείς να αποφύγει τις επιπτώσεις της ομάδας, έτσι όπως ο Φρόϋντ τις περιέγραψε στην Ψυχολογία των Μαζών και της ανάλυσης του εγώ [3].
Ας υπενθυμίσουμε οτι οι ομάδες των οποίων το πρότυπο είναι η εκκλησία ή ο στρατός, συγκροτούνται γύρω από την αγάπη για έναν αρχηγό, ο οποίος όντος ο ίδιος αντικείμενο αγάπης τοποθετείται στην θέση του Ιδεώδους του εγώ, του κάθε υποκειμένου. Οι ομάδες που συγκροτούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν φαίνεται να αποδεικνύονται οι πλέον κατάλληλες για την εφεύρεση μίας γνώσης, όπως αυτή του ασυνειδήτου.
Ο Λακάν, για να αποφύγει αυτές τις συνέπειες της ομάδας διαχωρίζοντας το ατομικό απο το υποκείμενο, θα επεξεργαστεί μία λογική σε συλλογικό επίπεδο βασισμένη στην ταύτιση, όχι με τον πατέρα, όπως γίνεται με τον Φρόϋντ, αλλά με την τρύπα του συμβολικού, ταύτιση με το κενό σύνολο, όπου επιβεβαιώνεται οτι το συλλογικό δεν ειναι τίποτα άλλο, παρα η ατομικότητα του υποκειμένου.
Αυτή η λογική δομή που συνιστά το “καρτέλ” απαντά στην αναγκαιότητα ενός συλλογικού τρόπου δουλειάς, που δεν αρνείται την διεργασία της ανάλυσης, αλλά ουτε και φέρει αντίρρηση στα αποτελέσματα του λόγου. Έτσι, το “καρτέλ” γίνεται το έναυσμα για την συγκρότηση μίας συλλογικότητας, που δεν εμποδίζει του γίγνεσθαι του υποκειμένου.
Επομένων, αν ο Λακάν στοιχηματίζει στα καρτέλ ως χώρους εκπαίδευσης, είναι, γιατί διασφαλίζουν στα μέλη τους κάθε έλευθερία, υπο τον όρο όμως να γίνονται σεβαστοί οι περιορισμοί που επιβάλλονται απο τόν τρόπο λειτουργίας τους:
- Τον μικρό αριθμό (απο 3 εως 5 μέλη): ώστε να ευνοείται η δέσμευση του καθενός.
- Την διάλυση (μετά από 2 χρόνια): για να να ανανεώνονται οι δεσμοί και με άλλους, ενώ η έννοια του εφήμερου που κυριαρχεί στα καρτέλ είναι αναγκαία, ώστε να καταστεί δυνατή η υπέρβαση έστω και ελάχιστα του εκάστοτε ναρκισσισμού,
- τον ορισμό ενός +1, που αντιπροσωπεύει το σημείο εκείνο πάνω στο οποίο εδραιώνεται η συλλογικότητα, όπως και η αποφυγή της ανάδυσης ενός αρχηγού, ώστε να μην χάνεται η επιθυμία του καθενός για δουλειά, μέσα σε εκείνη της ομάδας.
Ας τονίσουμε οτι, όσον αφορά τον “ΣΥΝ ΕΝΑ”, δεν πρόκειται για την ονομασία ενός ατόμου, όσο για μία εκ περιτροπής λειτουργία, την οποία ο καθένας μπορεί να αναλάβει, υπο τον όρο να μην ταυτίζεται με αυτή. Η θέση του +1 ως λογική λειτουργία μέσα στο “καρτέλ”, όπως και η ανάληψη της λειτουργίας του +1 από ένα άτομο, επιτρέπει την διατήρηση του ανοιχτού χαρακτήρα του προβλήματισμού γύρω απο το τι είναι συλλογικότητα.
Απόρροια, λοιπόν, αυτού του προβληματισμού είναι και η απόπειρα των μελών του Φόρουμ της Αθήνας, στα πλαίσια αλλά και πέρα από τις άλλες δραστηριότητες τους – σεμινάρια, καρτέλ, ημερίδες, ομιλίες – να προχωρήσουν στην έκδοση αυτού του περιοδικού ως επιστέγασμα των προσπαθειών τους να κρατήσουν ζωντανό το γράμμα αλλά και το πνευμα του Λακανικού Λόγου,
Προς την κατεύθυνση αυτή θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε όλους εκείνους που συνέβαλαν ή στήριξαν την προσπάθεια μας αυτή και ιδιαίτερα τον Μανώλη Βελιτζανίδη, ιδρυτή των εκδόσεων ‘Ινδικτος, για τις πολύτιμες συμβουλές του, αλλά και για τον εμπνευσμένο τίτλο που μας πρότεινε.