Η κλινική της επιθυμίας

Η κλινική της επιθυμίας
Πρόγραμμα Κλινικών Εκπαιδεύσεων ακαδημαϊκού έτους 2022-2023
Οργάνωση, Συντονισμός, Επιμέλεια Έκδοσης: Διονύσης Μπράτης, Θώμη Μανωλοπούλου, Γιώργος Γιακουμάκης
Η κλινική ή οι «τραγωδίες» της επιθυμίας
«To be, or not to be, that is the question» William Shakespeare, Άμλετ, πράξη 3, σκηνή 1
«Κλαίω (πίνω) και δεν έρχεται κανείς. Και θα κλαίω (πίνω) μέχρι να έρθει κάποιος να με ησυχάσει.
Ευτυχώς που έχω κι αυτό»
Αυτοβιογραφικές σημειώσεις ενός (ευφυούς) αναλυόμενου
«Η επιθυμία, αυτό που αποκαλείται η επιθυμία, είναι αρκετή ώστε η ζωή να μην έχει νόημα να φτιάξει έναν δειλό»
Jacques Lacan, Kant with Sade, Ecrits
Ένα εισαγωγικό σημείωμα για την «κλινική της επιθυμίας», με φιλοδοξίες συντομίας και περιεκτικότητας, συνιστά ένα μάλλον παρακινδυνευμένο εγχείρημα. Ο λόγος μιας τέτοιας επιφύλαξης πηγάζει από την ίδια την πολυσημία της έννοιας της επιθυμίας η οποία, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το δικό μας πεδίο, αντανακλάται αναπόφευκτα (και) στο σύνολο του φροϋδικού συστήματος σκέψης. Ωστόσο, η σημασία που επιφυλάσσει ο Freud στη χρήση του γερμανικού όρου wunsch – ο οποίος, σημειωτέον, δεν συμπίπτει εννοιολογικά με τον αντίστοιχο γαλλικό désir ή τον αγγλικό wish – μπορεί να ανιχνευτεί στην Ερμηνεία των ονείρων: Εκεί, στο περίφημο έβδομο κεφάλαιο, θα ξανασυναντήσουμε μια έννοια που προέρχεται από το πρώιμο Σχεδίασμα επιστημονικής ψυχολογίας, εκείνη της «εμπειρίας ικανοποίησης», που συνδέεται με ό,τι ο Freud περιέγραψε ως «πρωταρχική κατάσταση απόγνωσης του ανθρώπινου όντος». Σύμφωνα με την φροϋδική υπόθεση, ετούτη η «εμπειρία ικανοποίησης» δεν είναι παρά μια αρχαϊκή εκδοχή εμπειρίας κατά την οποία η εσωτερική διέγερση του ανθρώπινου βρέφους, που προκαλείται από κάποια ανάγκη του, κατευνάζεται μέσω της παρέμβασης ενός εξωτερικού παράγοντα. Έκτοτε, η εικόνα του αντικειμένου που παρείχε εκείνη την πρωταρχική ικανοποίηση αποκτά σημαίνουσα αξία για την συγκρότηση της επιθυμίας του υποκειμένου αφού μπορεί να επανεπενδυθεί, ακόμη και εν τη απουσία του, οδηγώντας σε ένα είδος ψευδαισθητικής ικανοποίησης. Το σύνολο, επομένως, της «εμπειρίας ικανοποίησης» τόσο στην πραγματική όσο και στην ψευδαισθητική εκδοχή της συνιστά για τον Freud το θεμέλιο της επιθυμίας. Διότι ακόμη κι αν η επιθυμία γεννιέται μέσω της αναζήτησης μιας πραγματικής ικανοποίησης, συγκροτείται πάντοτε στη βάση μιας πρωταρχικής ψευδαίσθησης.
Για να επανέλθω στο έβδομο κεφάλαιο της Ερμηνείας των ονείρων, σας προτείνω να (ξανά) ανατρέξετε στην τρίτη ενότητά του, που επιγράφεται «Για την εκπλήρωση επιθυμίας», καθώς εκεί θα συναντήσετε ίσως τον ακριβέστερο ορισμό του φροϋδικού wunsch: «Ουσιώδες συστατικό αυτού του βιώματος [της εμπειρίας ικανοποίησης] είναι η εμφάνιση μιας ορισμένης αισθητήριας αντίληψης (στο παράδειγμά μας, της τροφής [στο πεινασμένο παιδί]) που η αναμνηστική της εικόνα θα παραμείνει συνδεδεμένη εφεξής με το μνημονικό ίχνος της διέγερσης την οποία είχε προκαλέσει η ανάγκη. Μόλις αυτή η ανάγκη επανεμφανιστεί, θα παραχθεί, χάρη στη σύνδεση που έχει εγκατασταθεί, μια ψυχική κίνηση η οποία θέλει να επενδύσει ξανά τη μνημονική εικόνα εκείνης της αντίληψης και να ανακαλέσει την ίδια την αντίληψη, δηλαδή να αναδημιουργήσει τις συνθήκες της πρώτης ικανοποίησης. Μια τέτοια κίνηση είναι αυτό που θα ονομάσουμε επιθυμία˙ η επανεμφάνιση της αντίληψης είναι η εκπλήρωση της επιθυμίας».
Η διάκριση, επομένως, μεταξύ επιθυμίας και ανάγκης που θα τεκμηριώσει θεωρητικά ο Lacan στα επόμενα χρόνια βρίσκεται ήδη στο μείζον έργο του Freud. Όμως, εκείνο που φανερώνεται εδώ, εξίσου σημαντικό, είναι ότι το φροϋδικό wunsch αφορά την ασυνείδητη επιθυμία, η οποία βρίσκεται σε στενή και ιδιαζόντως περίπλοκη συνάφεια με την φαντασίωση – θυμηθείτε τον όρο wunschphantasie από το Μεταψυχολογικό συμπλήρωμα στη θεωρία των ονείρων – ένα εξαιρετικό παράδειγμα της οποίας αποτελεί η ανάλυση της (φαντασιωτικής) πρότασης «χτυπούν ένα παιδί», με όλες τις συντακτικές παραλλαγές της. Εάν ο συλλογισμός του Freud οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το αντικείμενο της επιθυμίας δεν είναι ένα πραγματικό αντικείμενο, ο Lacan θα συνδέσει την επιθυμία με μια έλλειψη μη δυνάμενη να ικανοποιηθεί από κανένα πραγματικό αντικείμενο: η προβληματική που εισάγουν τα «μετουσιωτικά φαινόμενα» (τη φύση των οποίων ουδέποτε διευκρίνισε ο Freud) αλλά και η «παράδοξη ικανοποίηση» που διασφαλίζουν τα νευρωτικά συμπτώματα θα τον κατευθύνουν στην διερώτηση της σχέσης που υφίσταται ανάμεσα στην ενόρμηση και την ικανοποίησή της ή, για να το πούμε διαφορετικά, ανάμεσα στην ενόρμηση και το αντικείμενό της. Σχολιάζοντας το φροϋδικό κείμενο Ενορμήσεις και ενορμητικά πεπρωμένα θα το διατυπώσει με σαφήνεια:
«Σε ό,τι αφορά το αντικείμενο της ενόρμησης, οφείλουμε να έχουμε υπόψη μας ότι, στην κυριολεξία, δεν έχει καμιά σημασία. Είναι εντελώς αδιάφορο».
Εάν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε το αντικείμενο της ενόρμησης δεν μπορεί να είναι ένα αντικείμενο ανάγκης. Ο Lacan θα εισάγει στη θέση του το αντικείμενο της επιθυμίας – αυτό που θα ορίσει ως αντικείμενο (μικρό) α, τελεσίδικα χαμένο αντικείμενο και, ταυτόχρονα, αντικείμενο αίτιο της επιθυμίας – και παράλληλα θα αναδείξει, εμπνεόμενος από την εγελιανή διαλεκτική, την θεμελιακή διάσταση της ανθρώπινης επιθυμίας ως εγγραφόμενης αμετάκλητα στην επιθυμία του Άλλου.
Κάπου εδώ ξεκινούν οι «τραγωδίες» της επιθυμίας. Διότι εάν η επιθυμία θεμελιώνεται ως επιθυμία της επιθυμίας του Άλλου, φαίνεται ότι αποκλειστική διέξοδός της είναι η μετατροπή της σε ομιλία που απευθύνεται στον Άλλο – βρισκόμαστε ήδη στο πεδίο όπου συναντιούνται διαπλεκόμενες όλες οι προϋποθέσεις για την συγκρότηση του υποκειμένου: η επιθυμία, η γλώσσα, το ασυνείδητο. Ωστόσο, ακόμη κι αν η επιθυμία ζητά να αναγνωριστεί, η ίδια υπερβαίνει τη διάσταση του αιτήματος εφόσον, ως σημαίνον μιας δομικής έλλειψης ως προς το είναι, προορίζεται να μην ικανοποιηθεί.
Σε τούτο το πέραν κάθε αιτήματος – που αφορά πάντοτε κάτι άλλο από το εκάστοτε αντικείμενο συναλλαγής – ο Lacan θα αναγνωρίσει το αίτημα αγάπης, όμως θα διευκρινίσει πως «η επιθυμία δεν είναι ούτε η όρεξη για ικανοποίηση ούτε το αίτημα αγάπης, αλλά η διαφορά που προκύπτει από την αφαίρεση της πρώτης από το δεύτερο». Εάν η επιθυμία εντοπίζεται σε αυτό το υπόλοιπο, δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει η αέναα παρεκκλίνουσα και περιπλανώμενη φύση της˙ και είναι ακριβώς σε αυτή τη φύση της που θα πρέπει να αναζητήσουμε τη βαθιά συγγένειά της με την οδύνη της ανθρώπινης ύπαρξης, το κατεξοχήν αντικείμενο μιας ψυχαναλυτικής κλινικής, είτε πρόκειται για τον σαιξπηρικό πρίγκιπα της Δανίας είτε για τους «αφανείς» αναλυόμενους των ημερών μας.
Διονύσης Μπράτης, Πρόεδρος της Επιτροπής Κλινικών Εκπαιδεύσεων
Φόρουμ της Αθήνας, IF-EPFCL
Η κλινική της επιθυμίας (*)
(*) Το κείμενο αποτελεί το εισαγωγικό επιχείρημα της θεματικής των Κλινικών Κολλεγίων της IF-EPFCL.
Στο ερώτημα «τι είναι η ψυχαναλυτική κλινική;» – το οποίο ήταν το θέμα των εργασιών μας πέρυσι – μία από τις πιθανές απαντήσεις υπήρξε: μια κλινική της επιθυμίας! Στη θέση αυτής της απάντησης, κάποιοι ίσως θα προτιμούσαν: «κλινική του υποκειμένου», «κλινική της μεταβίβασης», «κλινική του συμπτώματος», «κλινική της απόλαυσης», κλπ.
Η λίστα είναι ατελείωτη. Ας σταθούμε, ωστόσο, στον όρο «επιθυμία», ο οποίος σίγουρα δεν χρονολογείται ούτε και εκπορεύεται από την έλευση του ψυχαναλυτικού λόγου. Η επιθυμία είτε ως Έρως, είτε ως cupiditas1 ή ως Begierde2, πριν το Φροϋδικό Wunsch, στοιχειώνει τη σκέψη a minima από τον Πλάτωνα στον Χέγκελ, με ενδιάμεσο σταθμό τον Σπινόζα.
Ωστόσο, είναι χάρη στο Φρόυντ που η επιθυμία θα μεταβεί από το πεδίο της λογοτεχνίας (ποίηση, θέατρο, μυθιστόρημα) και των φιλοσοφικών στοχασμών στην ειδική κλινική που η φροϋδική υπόθεση του ασυνειδήτου ορίζει. Στον Φρόυντ, η επιθυμία εμφανίζεται στη δυναμική της σύλληψης του τρόπου λειτουργίας του ψυχικού μηχανισμού, καταρχάς ως ένας εκ των πόλων της σύγκρουσης με τις άμυνες. Η συνθήκη αυτή κάνει την επιθυμία να εξαρτάται από αυτή τη συγκρουσιακή κατάσταση, από την απώθηση που αυτή προκαλεί, από το διχασμό που απορρέει και από τα μορφώματα του ασυνειδήτου, μέσα από τα οποία το απωθημένο επιστρέφει: ειδικότερα, το όνειρο και το σύμπτωμα. Επομένως, δεν πρέπει να μας παραξενεύει που η επιθυμία αποκτά, χάρη στην «Ερμηνεία των ονείρων» (1900), ένα καθεστώς θεμελιώδους έννοιας στο φροϋδικό λεξιλόγιο.
Πράγματι, στην «Ερμηνεία των ονείρων» ο Φρόυντ θα ισχυριστεί ταυτόχρονα ότι η ερμηνεία του ονείρου είναι η βασιλική οδός που οδηγεί στο ασυνείδητο, και ότι το όνειρο είναι, εξαιτίας του περιεχομένου του, η ικανοποίηση μιας επιθυμίας – όχι η πραγμάτωση της – και ότι έχει ως κίνητρο μια επιθυμία. Έτσι, ό,τι μπορέσαμε να ονομάσουμε φροϋδική κλινική, την οποία προσεγγίζουμε μέσα από το όνειρο, το σύμπτωμα, το άγχος, το πένθος, ή την φαντασίωση – της οποίας τη λειτουργία θα υπογραμμίσει ο Λακάν ως «υποστήριγμα της επιθυμίας» – φαίνεται να ανήκει στην κλινική της επιθυμίας. Με μοναδική διαφορά ότι με τον όρο κλινική της επιθυμίας αρμόζει να νοήσουμε τόσο την κλινική των μορφωμάτων [του ασυνειδήτου] μέσα στα οποία η επιθυμία πραγματώνεται – με ή χωρίς συμβιβασμό, λογοκρισία ή μετάθεση – όσο και την κλινική των αδιεξόδων της, αλλά και των παραδόξων της. Θα προσέθετα ότι ακόμη και η εισαγωγή εννοιών τόσο κρίσιμων όσο η ενόρμηση – και συνεπακόλουθα, η απόλαυση ή η μεταβίβαση – και επομένως η αγάπη – δεν κατάφεραν να υποβιβάσουν την κεντρική θέση που κατέχει η επιθυμία μέσα στην φροϋδική κλινική.
Εν γένει, ο Λακάν θα καθιερώσει ως αδιαπραγμάτευτη αυτή τη φροϋδική επιλογή της κλινικής της επιθυμίας, αντίθετα με όποιο συμπέρασμα θα μπορούσε να εξάγει κανείς από τις αναρίθμητες νέες θεωρίες και επεξεργασίες του πάνω στην απόλαυση και στο βορρόμειο κόμβο. Αρκεί εδώ να υπενθυμίσουμε ότι ο Λακάν, πριν καταλήξει στις τελευταίες του θεωρητικές συνεισφορές, είχε τοποθετήσει στο κέντρο της ψυχανάλυσης το πεδίο της γλώσσας και τη λειτουργία της ομιλίας. Από εκεί απορρέουν όχι μόνο οι νόμοι της γλώσσας (μεταφορά, μετωνυμία, διφορούμενο) και οι νόμοι της ομιλίας (διαμεσολάβηση, ασυμμετρία, αναγνώριση), αλλά επίσης όλες οι πολύτιμες θεωρητικοκλινικές κατασκευές με τις οποίες ανανέωσε την εμβέλεια των «κλινικών περιστατικών» του Φρόυντ: τις τριάδες του Φαντασιακού – Συμβολικού – Πραγματικού, της ανάγκης – αιτήματος – επιθυμίας και της στέρησης – ματαίωσης – ευνουχισμού. Και ακόμη, γενικότερα την έλλειψη, την επιθυμία του Άλλου, το διχασμένο υποκείμενο, το αντικείμενο α ως «αίτιο της επιθυμίας». Ποιος δε θυμάται άλλωστε την καταπληκτική συρρίκνωση και απλοποίηση των φροϋδικών νευρώσεων μεταβίβασης, που επιχειρεί ο Λακάν μέσα από την κατηγορία της επιθυμίας: προφυλακτική επιθυμία (φοβία), ανικανοποίητη επιθυμία (υστερία), αδύνατη επιθυμία (ιδεοψυχαναγκασμός). Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε την εξερεύνησή του των «διαστροφικών διαδρομών της επιθυμίας»…
Για να εκτιμήσουμε επακριβώς την σημασία του τι είναι μια κλινική της επιθυμίας και για να μάθουμε τι της προσδίδει αξία, έχει νόημα να θυμηθούμε σε τι αυτή η κλινική εναντιώνεται σύμφωνα με τον Λακάν. Δεν είναι αντίθετη μιας «κλινικής υπό τη μεταβίβαση», ούτε μίας «κλινικής των Λόγων», αλλά είναι αντίθετη με μια κλινική της προσαρμογής στην πραγματικότητα ή στο πολιτιστικό πλαίσιο, δηλαδή στις κοινωνικές νόρμες, τις ίδιες για τις οποίες ο Λακάν έλεγε: «εάν υπάρχει μια εμπειρία που μας μαθαίνει πόσο αυτές (οι κοινωνικές νόρμες) είναι προβληματικές, πόσο πρέπει να τις θέσουμε υπό αμφισβήτηση, πόσο η αξία τους τοποθετείται αλλού από την προσαρμοστική τους λειτουργία, αυτή είναι η εμπειρία της ψυχανάλυσης»3. Αυτό δεν είναι που, μέσα από καινοφανείς περίτεχνες διατυπώσεις, οι γνωστικοσυμπεριφοριστικές θεωρίες, οι οποίες τροφοδοτούν την σύγχρονη ψυχιατρική και ψυχολογική κλινική, τείνουν να αποκαταστήσουν; Συμπεραίνουμε από όσα προηγήθηκαν πως το θέμα μας του επόμενου ακαδημαϊκού έτους επιβάλλει μια επιστροφή στα κείμενα «Η διεύθυνση της θεραπείας και οι αρχές της εξουσίας της» και «Ανατροπή του υποκειμένου και διαλεκτική της επιθυμίας» καθώς και στα τρία μεγάλα κλινικά σεμινάρια του Λακάν που προετοιμάζουν, πλαισιώνουν ή συνοδεύουν τα παραπάνω κείμενα: «Η σχέση αντικειμένου» (1956-1957), «Τα μορφώματα του ασυνειδήτου» (1957-1958) και «Η επιθυμία και η ερμηνεία της» (1958-1959).
Sidi Askofaré
Κολλέγιο Ψυχαναλυτικής Κλινικής της Νοτιοδυτικής Γαλλία
Μετάφραση από τα Γαλλικά: Θώμη Μανωλοπούλου
Επιμέλεια μετάφρασης: Διονύσης Μπράτης
1 [ΣτΕ] Επιθυμία ή ευχή (λατινικά στο πρωτότυπο).
2 [ΣτΕ] Επιθυμία (γερμανικά στο πρωτότυπο).
Βιβλιογραφία
FREUD, Sigmund
- Χτυπούν ένα παιδί, μτφ. Β. Πατσογιάννης, Πλέθρον,
- Μεταψυχολογικό συμπλήρωμα στη θεωρία των ονείρων, (στο: Δοκίμια Μεταψυχολογίας), μτφ. Β. Πατσογιάννης, Πλέθρον,
- Ενορμήσεις και ενορμητικά πεπρωμένα, (στο: Δοκίμια Μεταψυχολογίας), μτφ. Β. Πατσογιάννης, Πλέθρον,
- Η ερμηνεία των ονείρων, μτφ. Β. Πατσογιάννης, Πλέθρον,
- Ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής, μτφ. Β. Πατσογιάννης, Πλέθρον,
- Το ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο, μτφ. Λ. Σιπητάνου, Γ. Σαγκριώτης, Πλέθρον,
- Το οικογενειακό μυθιστόρημα των νευρωτικών, μτφ. Γ. Παπαχριστόπουλος, Opportuna,
- Πέντε ιστορικά ασθενείας, μτφ. Κ. Λιάπτση, Λ. Αναγνώστου, Επίκουρος,
- Διατυπώσεις για τις δυο αρχές της ψυχικής λειτουργίας, μτφ. Π. Παπαδόπουλος, Principia,
- Το παραλήρημα και τα όνειρα στην «Γκραντίβα», μτφ. Π. Αλούπης, Άγρα,
LACAN Jacques Το Σεμινάριο:
- Βιβλίο IV, Η σχέση αντικειμένου, Ψυχογιός,
- Book V, Formations οf the Unconscious, Polity,
- Book VI, Desire and its interpretation, Polity,
- Book VII, The ethics of psychoanalysis, Routledge,
- Βιβλίο ΧΙ, Οι τέσσερις θεμελιακές έννοιες της ψυχανάλυσης, μτφ. Α. Σκαρπαλέζου, Κέδρος,
Γραπτά:
- Η σημασία του φαλλού, μετάφραση Κ. Κουκουλάκη, Ν. Ζορμπάς, Εσωτερική Έκδοση της Σχολής Ψυχανάλυσης των Φόρουμ του Λακανικού Πεδίου.
- Λειτουργία και πεδίο της ομιλίας και της γλώσσας στην ψυχανάλυση, μτφ. Ν. Λινάρδου-Μπλανσέ & Ρ. Μπλανσέ, Εκκρεμές,
- Kant with Sade, October, 51. (Winter, 1989), pp. 55-75.
- Desire and the Interpretation of Desire in Hamlet, Yale French Studies, 55/56, Literature and Psychoanalysis. The Question of Reading: Otherwise. (1977), pp. 11-52.
Άλλα κείμενα
- Barthes, Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου, μτφ. Β. Παπαβασιλείου, Κέδρος 2011.
- Kant, Κριτική του πρακτικού λόγου, μτφ. Κ. Ανδρουλιδάκης, Εστία 2011.
- Spinoza, Ηθική, μτφ. Ε. Βανταράκης, Εκκρεμές, 2009.
- Sharpe, Ανάλυση ενός ονείρου, μτφ. Δ. Μπράτης, Έκδοση του Φόρουμ της Αθήνας, 2007.
- Hegel, Φαινομενολογία του νου, μτφ. Γ. Φαράκλας, Εστία 2007.
- Guyomard, Η απόλαυση του τραγικού, μτφ. Β. Μαλισόβα-Χατζοπούλου, Μεταίχμιο, 2004.
- Starobinsky, Άμλετ και Φρόυντ, μτφ. Ρ. Σινοπούλου, Πλέθρον, 2019.
- Muller, JP. Ψύχωση και πένθος στον Άμλετ του Λακάν, στο: Λογοτεχνία και Ψυχανάλυση, Εξάντας, 1990.