Τρ(α)υματικότητες

Η λέξη τραύμα, δάνειο της ψυχανάλυσης από την ιατρική, προέρχεται από το αρχαίο ρήμα τιτρώσκω, το οποίο σύμφωνα με τον ορισμό του Γ. Μπαμπινιώτη σημαίνει πληγώνω με «ταυτόχρονη ρήξη της συνέχειας των ιστών του δέρματος», ενώ σύμφωνα με τον ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, σημαίνει την «… εσωτερική ή εξωτερική καταστροφή ιστών, ανεξάρτητα από την αιτία…».

«… το πραγματικό που συναντά ο αναλυτικός λόγος, εκείνο του ασυνειδήτου, δεν είναι το ίδιο με το πραγματικό της γνώσης της επιστήμης, το οποίο επιφέρει εκ νέου επιπτώσεις και αλλαγές στο ανθρώπινο είναι…», λέει ο Λακάν στο σεμινάριο του Tα Μορφώματα του ασυνειδήτου (1956-1957). Καλούμαστε, λοιπόν, να διερευνήσουμε αυτό που ορίζεται ως τραύμα αλλά και ως τραυματικό στην ψυχανάλυση. Κι ενώ δεν πρόκειται για «απειλή στην ακεραιότητα των ιστών του δέρματος», αφορά πράγματι σε ένα είδος ρήξης. Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα, τί είναι αυτό το οποίο διαρρηγνύεται;

Σε μια εποχή όπου η συζήτηση γύρω από τον όρο «τραύμα» προεξάρχει, και αφορά τόσο στην απόπειρα κατανόησης του, ως κάτι που διαπερνάει τις γενεές, όσο και στην αναζήτηση θεραπείας του με σκοπό να εκλείψει αυτή η κληρονομιά, το Τραύμα ως θεμελιακή έννοια της ψυχανάλυσης βρίσκεται ήδη εκεί από τις απαρχές της.

Για τον Φρόυντ το ερώτημα του όσον αφορά το τραύμα συνόδευε πάντα το ερώτημα του πάνω στην νεύρωση. Ήδη στο κείμενο του Σημεία μιας συγκριτικής μελέτης της υστερικής και της οργανικής κινητικής παράλυσης (1893), απομονώνει ένα τραυματικό γεγονός ως αιτιολογικό παράγοντα της υστερικής παράλυσης: «…αυτή η καθαρά λειτουργική αλλοίωση προκαλείται από την καθήλωση της αντίληψης (του συγκεκριμένου μέλους ή λειτουργίας) σε μια υποσυνείδητη συσχέτιση με τη μνήμη του τραύματος…». Εν ολίγοις κατά την περίοδο συγκρότησης της ψυχανάλυσης, το τραύμα αναφέρονταν καταρχήν, όσον αφορά την ιστορία του ατόμου, σ’ ένα προσωπικό συμβάν.

Κι ενώ ο Φρόυντ έχει καταπιαστεί με το θέμα, ήδη από το 1893, επιχειρώντας να εμβαθύνει στην περίοδο που οδεύει από την ενήλικη ζωή μέχρι την παιδική ηλικία, στις επεξεργασίες του μεταξύ 1895-1897, θα εξετάσει το τραύμα εκτενέστερα σε σχέση με την σεξουαλικότητα, και δη μέσα από την διατύπωση της Θεωρίας της αποπλάνησης. Με την εν λόγω θεωρία, εισάγει στην προβληματική του, αφενός το τραύμα ως εκείνο που χαρακτηρίζεται από το σεξουαλικό του περιεχόμενο και αφετέρου από την διάσταση της χρονικότητας υπό την έννοια του τραυματικού επιτελέσματος πάνω στο υποκείμενο. Ο πρώτος χρόνος του τραύματος περιλαμβάνει τη λεγόμενη σκηνή της αποπλάνησης, αυτήν κάθ’αυτή ενώ ο δεύτερος χρόνος, κατά την εφηβεία ή και αργότερα, αφορά στη συνθήκη κατά την οποίαν ένα γεγονός της επικαιρότητας, φαινομενικά ανώδυνο θυμίζει συνειρμικά το πρώτο, έτσι ώστε το πρωτοπαθές να ενεργοποιείται και να επικαιροποιείται, καθιστάμενο με αυτό τον τρόπο τραυματικό μεν αλλά ετεροχρονισμένα, ερμηνεύσιμο εκ των υστέρων. Ο Φρόυντ αποκαλεί τραυματική την πρώτη σκηνή, παρόλο που αυτή την ιδιότητα την λαμβάνει μόνο εκ των υστέρων, ως ανάμνηση. «… οι υστερικοί πάσχουν κυρίως από αναμνήσεις…» είναι η γνωστή διατύπωση του Φρόυντ στο κείμενο του Μελέτες για την υστερία (1895).

Θα εγκαταλείψει την θεωρία της αποπλάνησης με το τέλος αυτής της περιόδου, όταν θα διαπιστώσει την σημασία των φαντασιώσεων αιμομιξίας στην περίπτωση της νεύρωσης. Δεν πρόκειται, λοιπόν, απαραίτητα για μια σκηνή που έλαβε χώρα στην πραγματικότητα αλλά ενδεχομένως για ένα φαντασιακό σενάριο, διαπίστωση η οποία αποτυπώνεται ξεκάθαρα στο γράμμα του στον Φλις στις 21/09/1897: «… πρέπει να σου αποκαλύψω το μυστικό που μου αποκαλύφθηκε τους τελευταίους μήνες… δεν πιστεύω πια στις neurotica μου…». Η έκδηλη απογοήτευση του όπως συνοψίζεται στην εβραϊκή παροιμία που παραθέτει αναφερόμενος στον εαυτό του, «… Ρεβέκκα βγάλε το φόρεμα σου, δεν είσαι πια μια νύφη… », δεν τον αναστέλλει αλλά αντίθετα τον ωθεί σε νέες επεξεργασίες, εξετάζοντας το τραύμα στην σχέση του με τις ενορμήσεις. Αρχικά θα μιλήσει για τον εγγενώς τραυματικό χαρακτήρα τους, ενώ στο κείμενο του Νέες εισαγωγικές διαλέξεις στην ψυχανάλυση (1933), επανεξετάζει την τραυματική φύση των ενορμήσεων για να καταλήξει ότι αυτές είναι τραυματικές μόνο στην περίπτωση που κινδυνεύουν από την έλλειψη ικανοποίησης. Τότε μόνο προκαλούν αγωνία. Η Κολέτ Σολέρ στο κείμενο της Trauma et Fantasme (1997) λέει, «… η αγωνία προκύπτει όταν τα λιβιδινικά αιτήματα του παιδιού έρχονται σε αντιπαράθεση με το αίτημα του Άλλου και συγκεκριμένα του πατρικού Άλλου… ».

Είναι η επανάληψη του τραυματικού η οποία επιμένει πέραν της οποιασδήποτε απόπειρας ερμηνείας εκ μέρους του στις Νευρώσεις πολέμου μετά τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο, που τον ωθούν να διατυπώσει ότι αυτό που συμβαίνει- η επανάληψη του τραυματικού- αφορά κάτι πέραν του πραγματικού συμβάντος. Στο κείμενο του Πέραν της αρχής της ευχαρίστησης (1920), ο Φρόυντ μιλάει για το τραύμα με όρους ψυχικής οικονομίας. Θα ορίσει ως τραυματικές εκείνες τις εξωτερικές διεγέρσεις που είναι αρκετά ισχυρές ώστε να παρακάμπτουν την προστασία από τα ερεθίσματα, θέτοντας εκτός ισχύος την αρχή της ευχαρίστησης, ενώ εισάγει την ενόρμηση του θανάτου και τον καταναγκασμό της επανάληψης. Το τραύμα γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο, καθώς πλέον το εξετάζει μέσα από τις εγγραφές τόσο της σεξουαλικότητας όσο και του θανάτου.

Στο κείμενο του Οικογενειακά Συμπλέγματα (1938), ο Λακάν, θα μιλήσει για το τραύμα με όρους λογικών χρόνων στην ανάπτυξη του παιδιού, το οποίο απευθυνόμενο, μέσω της διαλεκτικής του αιτήματος στον μητρικό Άλλο για την ικανοποίηση της ανάγκης του, καταλήγει στη λύση της ομιλίας κι έτσι, στην εγγραφή του στην συμβολική τάξη.

Στο σεμινάριο του Τα μορφώματα του ασυνειδήτου, εγκαταλείπει την ιδέα της πρωταρχικής σκηνής ως εικόνα ενώ εισάγει την ιδέα για ένα αινιγματικό σημαίνον του σεξουαλικού τραύματος, προσδίδοντας του έτσι, έναν χαρακτήρα συμβολικού φαινομένου.

Στην πορεία της επεξεργασίας του, το τραύμα συσχετίζεται με το αίνιγμα της επιθυμίας του Άλλου, η οποία αφήνει το υποκείμενο αβοήθητο μπροστά σ’ αυτή την έλλειψη του σημαίνοντος, καθώς δεν υφίσταται ποτέ μια απάντηση ικανοποιητική στο ερώτημα του αντικειμένου της επιθυμίας αυτού του Άλλου. Έρχεται αντιμέτωπο με μια συμβολική έλλειψη. Το ερώτημα «Τι θέλει ο Άλλος», γίνεται «Τι θέλει ο Άλλος από εμένα», «Τι είμαι εγώ για τον Άλλο»; Το ερώτημα της επιθυμίας του Άλλου, γίνεται ερώτημα για το ίδιο το είναι του υποκειμένου στην σχέση του με αυτόν τον Άλλο. Στο εν λόγω ερώτημα «Τί είμαι για τον Άλλο», δεν υπάρχει απάντηση, μόνο η τρύπα του τραυματικού.

Στο 11ο Σεμινάριο ο Λακάν λέει: «…θυμηθείτε την τόσο βασική για μας ανάπτυξη του Ανθρώπου με τους λύκους, για να καταλάβετε ποια είναι η πραγματική έγνοια του Φρόυντ, στο μέτρο που του αποκαλύπτεται η λειτουργία της φαντασίωσης. Προσηλώνεται με τρόπο σχεδόν αγωνιώδη, στο να εξετάζει ποια είναι η πρώτη συνάντηση, το πραγματικό, το οποίο μπορούμε να διαπιστώσουμε πίσω από την φαντασίωση…». Αναζητά δηλαδή την συνάντηση με το Πραγματικό, ακόμα κι αν η θεωρητική κατάρτιση της εποχής του δεν του επέτρεπε μια τέτοια άρθρωση, όπως την γνωρίζουμε σήμερα από τον Λακάν.

Συνεχίζοντας την επεξεργασία του στις Τέσσερεις θεμελιώδεις έννοιες της ψυχανάλυσης, στην ίδια προβληματική, εισάγει τις έννοιες τύχη και αυτόματο, ως εκδηλώσεις της επανάληψης. Το αυτόματο, δάνειο από τον Αριστοτέλη ο οποίος το συνδέει με την αιτιότητα, είναι μια επανάληψη συμβολικής τάξεως, για την ίδια την κυριαρχία του σημαίνοντος όπως συναντάται στα μορφώματα του ασυνειδήτου: είναι αυτό που το υποκείμενο επαναλαμβάνει και μέσα στην ανάλυση και για το οποίο δεν γνωρίζει τίποτα. Η τύχη από την άλλη, αφορά στο τυχαίο της συνάντησης,  που  ουσιαστικά  είναι  πάντα  μια  ατυχής «manquée» συνάντηση, και δεν είναι άλλη από την συνάντηση με το Πραγματικό. Είναι εκεί που συναντά κανείς τον τραυματισμό καθώς το ίδιο το τραύμα έχει χαθεί, έχει περάσει στη λήθη.

Εν ολίγοις στο εν λόγω σεμινάριο ο Λακάν μιλάει για την επανάληψη ως αυτό που επανέρχεται στην ίδια θέση, της τάξεως του πραγματικού στο οποίο σκοντάφτει το υποκείμενο ως ομιλ-ον, το τραύμα της πρωταρχικής απώλειας καθώς και την τρύπα που αφήνει στο συμβολικό. Πρόκειται για την συνάντηση που επιτελεί το υποκείμενο με τον λόγο, την στιγμή της συνάντησης του με τον Άλλο καθώς εισάγεται στη διαλεκτική του αιτήματος. Κι εφόσον η δομή είναι ο λόγος, η προβληματική πάνω στο τραύμα αφορά ευθύς εξαρχής σ’ ένα δομικό στοιχείο κι όχι σ’ ένα προϊόν των γεγονότων.

Το ερώτημα ωστόσο που προκύπτει είναι εάν το συμβολικό θα μπορούσε να καλύψει ολόκληρο το πραγματικό. Η ύπαρξη του τραύματος συνάγεται από την μια ως απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, και από την άλλη ως το όριο, δύσβατο κατά κανόνα, που αποδεικνύει το αδύνατο του εγχειρήματος της κατανόησης του πραγματικού του ασυνειδήτου. Κατά συνέπεια η επιλογή μας να αποδώσουμε στα ελληνικά τον τίτλο των Κλινικών Κολλεγίων φέτος ως «Τρ(α)υματικότητες», ως ένα παιχνίδι με τις λέξεις Τραύμα και Πραγματικό, αφορά ακριβώς σ’ αυτές τις επαναλαμβανόμενες αποτυχημένες προσπάθειες του συμβολικού να επικαλύψει το πραγματικό ως τραυματικό.

Από την ανάγνωση τόσο του Φρόυντ όσο και του Λακάν, κανένα γεγονός δεν μπορεί να θεωρηθεί τραυματικό χωρίς την «συμμετοχή» του υποκειμένου. Τόσο η αναφορά του Φρόυντ στις τελευταίες σελίδες του κειμένου του Αναστολή σύμπτωμα και άγχος (1925), ότι «…ένας εξωτερικός κίνδυνος μπορεί να γίνει τραυματικός μόνο εάν περάσει μέσα από ένα είδος εσωτερίκευσης…», όσο και οι επεξεργασίες του Λακάν πάνω στην φαντασίωση ως ατομικό αφήγημα, καλούν την ψυχανάλυση ως κλινική του υποκειμένου, να εξετάσει το θέμα λαμβάνοντας υπόψη τις συντεταγμένες εκείνες που καθιστούν το υποκείμενο ως υποκείμενο του λόγου και του ασυνειδήτου, άρα διχασμένο, και όχι λαμβάνοντας υπόψη κάποια «prêt à porter» θεωρία.

 

Κατερίνα Καραγιάννη

Πρόεδρος της Επιτροπής Κλινικών Εκπαιδεύσεων

Ημερομηνία

12 Οκτ 2024
Expired!

Ώρα

18:00 - 19:00

Τοπική ώρα

  • Timezone: America/New_York
  • Date: 12 Οκτ 2024
  • Time: 11:00 - 12:00

Εισηγητής

QR Code