Οι τέσσερις θεμελιακές έννοιες της Ψυχανάλυσης
Το αρχικό ερώτημα του Λακάν κατά την έναρξη των διαλέξεών του στην Ecole Pratique des Hautes Etudes όπου βρήκε φιλοξενία μετά από πρόσκληση του διευθυντή της Braudel, και την υποστήριξη του C.L. Strauss, και αφού είχε ήδη εκδιωχθεί από τις τάξεις των διδασκόντων της I.P.A., ήταν το εξής:
Τι είναι εκείνο που τον εξουσιοδοτεί ώστε να αποφασίσει την συνέχιση τού Σεμιναρίου του, ένα Σεμινάριο το οποίο απευθύνεται όχι μόνο σε ψυχαναλυτές αλλά και στο οποίο έχει αφιερώσει τη ζωή του;
Η υποστήριξη που του παρέχουν επιφανείς πνευματικοί άνθρωποι της εποχής του, όπως ο Braudel, o C.L. Strauss, o Flacelière, κ.α., αποχτά ξεχωριστή σημασία για τον Λακάν δεδομένου ότι αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητα του σεμιναρίου του, συμβάλλοντας έτσι ώστε να δημιουργηθούν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις οι οποίες θα του επιτρέψουν να συνεχίσει να διερωτάται για τα θεμέλια της ψυχανάλυσης.
Το Σεμινάριο για τον Λακάν αφορά την εκπαίδευση των αναλυτών και γι’ αυτό αποτελεί μέρος της θεμελίωσης της ίδιας της ψυχαναλυτικής πράξης, και μάλιστα ως συστατικό της στοιχείο.
Πιο συγκεκριμένα η απάντηση του Λακάν στην αμηχανία που του προκάλεσε η παραπάνω συνθήκη, ήταν η αναζήτηση των κριτηρίων εκείνων βάσει των οποίων θα μπορούσε να ορισθεί η ψυχανάλυση ως χορηγούμενη θεραπεία από έναν ψυχαναλυτή.
Αν και οι μετά τον Φρόυντ απαντήσεις στο εν λόγω ερώτημα υπήρξαν αρκούντως επαμφοτερίζουσες, η προσέγγιση που επιχειρείται από τον Λακάν δεν είναι δυνατόν να αγνοήσει το γεγονός ότι η διδασκαλία του έγινε αντικείμενο λογοκρισίας από την ΙΡΑ ενώ ο ίδιος αποκλείστηκε από κάθε δυνατότητα η οποία θα αφορούσε την εκπαίδευση των αναλυτών μέσα σ’ αυτή την εταιρεία.
Η σύγκριση με τον αφορισμό του Σπινόζα, ο οποίος έλαβε χώρα το 1656 οφείλεται στο ότι ο Σπινόζα υπήρξε όχι μόνο θύμα αποκλεισμού αλλά και αντικείμενο του σάμματα, του έσχατου αφορισμού, ο οποίος αντιστοιχούσε στο αδύνατο μιας επιστροφής. Η αναφορά στο γεγονός αυτό αφήνει την δυνατότητα να τεθούν ερωτήματα ως προς την ψυχαναλυτική πράξη αλλά και ως προς την ίδια την σύσταση και την λειτουργία της ψυχαναλυτικής κοινότητας: Είναι η ψυχαναλυτική κοινότητα εκκλησία;
Δύο είναι οι άξονες γύρω από τις οποίες αρθρώνονται οι απαντήσεις του Λακάν:
Αφενός, οι επεξεργασίες όσον αφορά την αντιστοιχία των μορφών του αντικειμένου α με την συμβολική λειτουργία του – φ και
Αφετέρου, η όλη προσπάθειά του να αποκαταστήσει το βασικό εργαλείο (και όχι όργανο – instrument) το οποίο έχουν στη διάθεσή τους οι αναλυτές, δηλαδή την ομιλία (parole)
Η ομιλία για τον Λακάν αποτελεί τον βασικό εγγυητή της αναλυτικής πράξης, ενώ η αναφορά στην φιλοσοφία της γλώσσας (langage), διαμέσου του Heidegger, θα του χρησιμεύσει για να μιλήσει όχι ως φιλόσοφος αλλά για να αντιπαρατεθεί με την ίδια την άρνηση της έννοιας.
Άρνηση η οποία λαμβάνει τη μορφή ερωτήματος ως προς την εννοιολογική υπόσταση την οποία οφείλουμε να προσδώσουμε στους τέσσερις από τους όρους τους οποίους εισήγαγε ο Φρόυντ ως θεμελιώδεις έννοιες της ψυχανάλυσης. Συγκεκριμένα: το ασυνείδητο, την επανάληψη, τη μεταβίβαση και την ενόρμηση.
Οι τέσσερις αυτές έννοιες καθορίζουν την ουσία της ανάλυσης και, μάλιστα, ο,τιδήποτε προβληματικό και συνάμα ο,τιδήποτε καθοδηγητικό ενέχεται στην ίδια την λειτουργία της διδακτικής ανάλυσης. Μία ανάλυση που διδάσκεται όχι ως αυτό που θα τερματιστεί ως ταύτιση με τον αναλυτή, πράγμα το οποίο οδηγεί στην απώλεια του πραγματικού σκοπού της ψυχανάλυσης, αλλά ως εκείνο που υφίσταται, για το κάθε υποκείμενο, πέραν της εν λόγω ταύτισης, διαφορά και τομή κατά την προσέγγιση του ψυχαναλυτικού γίγνεσθαι.
Εισηγητές
-
Κατερίνα Καραγιάννη
-
Ευαγγελία Κομματά
-
Άννα Κοντούλη