Το αίτημα και η αγάπη

Το αίτημα και η αγάπη

 Κατερίνα Καραγιάννη

 

«…Ας είναι ο τυχερός ικανοποιημένος με την ευτυχία του, και ο αγαπημένος κατακτητής με την αγαπημένη του ,

και αυτός που αναζητά το αδύνατο ,όπως εγώ, ας πεθάνει …»

María de Zayas y Sotomayor, La traición en la amistad

  

Από το κάλεσμα (appel), την κραυγή (cri) του μωρού στη μητέρα, το υποκείμενο εισέρχεται στο συμβολικό. «… εισάγεται σ’ έναν συγχρονικό κόσμο κραυγών που οργανώνονται σε ένα συμβολικό σύστημα…». Καθώς δεν έχει άλλο τρόπο να εκφράσει την ανάγκη του, αυτή της ικανοποίησης της πείνας, παρά μόνο μέσα από αυτή την κραυγή που απευθύνει στον Άλλο, εισέρχεται στην διαλεκτική του αιτήματος, μέσω της άρθρωσης, το οποίο με την διαμεσολάβηση του μνημονικού ίχνους αποκτά διττή σημασία για το υποκείμενο. Είναι πλέον αίτημα ικανοποίησης της ανάγκης αλλά εφόσον απευθύνεται στον Άλλο προκειμένου να ικανοποιηθεί, γίνεται και απόδειξη της αγάπης του Άλλου. Έτσι, γίνεται και αίτημα αγάπης και ως τέτοιο θα επανέρχεται στη ζωή του υποκειμένου. Εφεξής κάθε αίτημα του υποκειμένου προς τον άλλο θα είναι αίτημα αγάπης.

«… Αυτός που αγαπά θέλει και να αγαπιέται…». Πρόκειται για την κατοπτρική αμοιβαιότητα, φαντασιακής τάξης, όπου το υποκείμενο τοποθετείται στο σημείο εκείνο μέσα στον άλλο απ’ όπου γίνεται αντικείμενο αξιαγάπητο. «… με την αναφορά του σ’ αυτόν που οφείλει να τον αγαπά, επιχειρεί να βάλει τον άλλο μέσα σε μια σχέση αντικατοπτρισμού όπου τον πείθει ότι είναι αξιαγάπητος…». Σε αυτό τον αντικατοπτρισμό έγκειται το στοιχείο της απάτης που η αγάπη εμπεριέχει, καθώς το υποκείμενο τοποθετείται εκεί απ’ όπου του αρέσει να το βλέπουν.

Με αφετηρία το 1ο Σεμινάριο, ο Λακάν επεξεργάζεται το ζήτημα της αγάπης καθ’ όλη την διάρκεια του έργου του. Αρχικά, η αγάπη είναι φαντασιακής τάξης και πρόκειται για την αγάπη για τον κατοπτρικό άλλο, τον όμοιο, του οποίου η εικόνα πηγάζει από το ίδιο το υποκείμενο. Αγαπάει στον άλλο κάτι από τον εαυτό του. Στην συγκρότηση του υποκειμένου, ο άλλος που αυτό αγαπάει, γίνεται αντιληπτός ως ολότητα. Αυτό αγαπάει στον άλλο και ταυτόχρονα μισεί, αυτή την ψευδαίσθηση ολότητας. Ταυτίζεται με την άποψη του Φρόυντ, ότι η αγάπη είναι ναρκισσιστική, το υποκείμενο ταυτίζεται με τον άλλο. Ταυτίζεται με το Ιδεώδες Εγώ, το οποίο βρίσκει στην εικόνα του άλλου και αυτό είναι που θέλει να πετύχει. Αγαπάει όπως ο Νάρκισσος αγάπησε την εικόνα του και θυσιάστηκε σε αυτή την αγάπη.

«… χωρίς τον λόγο, στον βαθμό που επικυρώνει το υποκείμενο, υπάρχει μόνο φαντασιακή λατρεία, αλλά όχι αγάπη. Υπάρχει αγάπη ως επιβολή, ίσως, αλλά όχι το δώρο της αγάπης…». Η αγάπη γίνεται δώρο στο συμβολικό πεδίο, «… το να αγαπάς είναι να δίνεις αυτό που δεν έχεις, σε κάποιον που δεν το θέλει…». Τελικά τι δίνει ο κανείς όταν αγαπά αν όχι την έλλειψη του, την οποία εκθέτει την στιγμή που αρθρώνει το αίτημα αγάπης στον άλλο, αντικείμενο της αγάπης του.

Η αγάπη στη φαντασιακή της διάσταση, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την συμβολική λειτουργία της γλώσσας. «… εάν το συναίσθημα μπορεί να αντικατασταθεί, να αναστραφεί, να ανασταλεί, εάν εμπλέκεται σε μια διαλεκτική, είναι γιατί πιάνεται στην συμβολική τάξη…».

Σε αντίθεση με την ρομαντική αγάπη όπου κανείς αγαπάει στον άλλο αυτό που έχει, τις αρετές και τα προτερήματα του, ο Λακάν θα πει ότι αυτό που αγαπάμε στον άλλο είναι το ότι κάτι του λείπει. Η αγάπη αναδύεται από το υποκείμενο του σημαίνοντος, το υποκείμενο διαγραμμένο λόγω της έλλειψης του. Η αγάπη είναι μια απόπειρα να απαντήσει σε αυτή την έλλειψη, να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Αρθρώνεται και γίνεται αίτημα που το υποκείμενο απευθύνει σε έναν άλλο, επίσης εγγεγραμμένο στο συμβολικό.

Από τον Πλάτωνα έως τον Μαρκήσιο ντε Σαντ και από τον Καντ έως τον Χριστιανισμό, η αγάπη προϋποθέτει την ύπαρξη ενός άλλου, από τον οποίο αναζητά μια απάντηση, απάντηση αγάπης. Συχνά οι άνθρωποι μιλούν για το αντικείμενο της αγάπης ως τον Ένα, για το άλλο τους μισό που θα τους ολοκληρώσει, και θα ολοκληρωθεί με την σειρά του.

«Το ένα είναι μια ψευδαίσθηση… Η αγάπη είναι που αναδεικνύει την αλήθεια του είναι. Ότι δηλαδή δεν υπάρχει ένα αλλά δυο. Η αγάπη είναι ελλειμματική. Βασίζεται σε αυτό που ο άλλος δεν έχει παρά σε αυτό που έχει. Το ένα για το οποίο μιλάνε όλοι είναι πάνω απ’ όλα μια εικόνα αυτού του ενός που πιστεύεις ότι είσαι. Για να μην πούμε ότι αυτός είναι όλος ο ορίζοντας. Υπάρχουν όσα ένα θες και αυτό που τα χαρακτηρίζει είναι ότι δεν μοιάζουν σε τίποτα μεταξύ τους…». Η αποκάλυψη αυτής της ψευδαίσθησης, αναδεικνύει μια όψη αλήθειας και γνώσης στην αγάπη. Αυτό που προκύπτει είναι το αίνιγμα της διαφοράς των φύλλων. «…Δεν υπάρχει αγάπη παρά μόνο ως αναπλήρωση της απουσίας σεξουαλικής σχέσης…».

Απευθύνοντας το αίτημα αγάπης, το υποκείμενο δεν μπορεί παρά να μιλάει για την αγάπη, ακόμη κι αν, «…τη στιγμή που κανείς μιλάει για την αγάπη διολισθαίνει στην βλακεία…».

Τι συμβαίνει, λοιπόν, όταν το αίτημα του υποκειμένου απευθύνεται μέσα σε μια ανάλυση, στο υποκείμενο που υποτίθεται ότι γνωρίζει. Δεδομένου ότι το υποκείμενο απευθύνοντας αίτημα αγάπης, τοποθετείται εκεί όπου γίνεται αξιαγάπητο. Και γιατί όχι; Γιατί αυτή η μεταβιβαστική επίπτωση, παρεμβαίνει στην αποκάλυψη, είναι η όψη της αντίστασης της μεταβίβασης. «… Η επίπτωση της μεταβίβασης είναι αυτή η επίπτωση της εξαπάτησης στο μέτρο που επαναλαμβάνεται στο εδώ και τώρα…», και δεν πρόκειται για επανάληψη αλλά για την ίδια την λειτουργία της αγάπης.

«…οι ανάγκες του πρέπει να περάσουν από τις διαδρομές του αιτήματος… με αποτέλεσμα σε αυτό το πρωταρχικό σημείο, η όποια φυσική τάση του υποκειμένου που μιλάει να πρέπει να τοποθετηθεί σε ένα πέραν κι ένα ένθεν του αιτήματος… σ’ ένα πέραν που είναι το αίτημα αγάπης κι ένα ένθεν που είναι η επιθυμία με την απόλυτη προϋπόθεση της… το αντικείμενο α…». Αυτή η «τοπολογία» του αιτήματος, όπως την εισάγει ο Λακάν, θέτει το εξής ερώτημα μέσα στην αναλυτική πράξη. Πώς από το πέραν του αιτήματος το υποκείμενο θα μετακινηθεί στο ένθεν του αυτού. Η λειτουργία και ο χειρισμός της μεταβίβασης πρέπει να ρυθμίζονται με τρόπο που να διατηρεί την απόσταση ανάμεσα στο σημείο από όπου το υποκείμενο βλέπει τον εαυτό του αξιαγάπητο και σ’ εκείνο όπου το υποκείμενο παράγεται ως έλλειψη εξαιτίας του α και όπου το α έρχεται να καλύψει το κενό που συνιστά ο διχασμός του υποκειμένου. Το αντικείμενο που πέραν της πραγματικής του λειτουργίας στην ικανοποίηση της ανάγκης, αποκτά και την συμβολική λειτουργία του αντικειμένου- απόδειξη της αγάπης του Άλλου.

Σε μια εποχή όπου η επιστήμη έχει εγκλωβιστεί στο κλειστό κύκλωμα του αιτήματος και της ικανοποίησης του, …ξέρω τι ζητάς και ξέρω και να στο απαντήσω… είτε πρόκειται για κάποια μορφή ψυχοθεραπείας είτε για μια μηχανή αναζήτησης, πως καλείται να απαντήσει ο ψυχαναλυτής; Ο αναλυτής δεν καλείται να καταλαβαίνει, καθώς αυτό είναι της τάξης της απάντησης σε ένα αίτημα. Καλείται με την θέση του ως αντικείμενο α, να επιτρέψει στο υποκείμενο να τοποθετηθεί σε αυτό ακριβώς το ένθεν του αιτήματος, όπου κατοικεί η επιθυμία.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ζ. Λακάν: Το Σεμινάριο, 8ο βιβλίο, Η Μεταβίβαση, Εκδ. Εκκρεμές.

Ζ. Λακάν: Το Σεμινάριο, 11ο βιβλίο, Οι τέσσερις θεμελιακές έννοιες της ψυχανάλυσης, Εκδ. Κέδρος

Ζ. Λακάν: Το Σεμινάριο 20ο βιβλίο, Ακόμη, Εκδ. Ψυχογιός

Lacan J.: Le Séminaire livre I, Les écrits techniques de Freud, 1953- 1954, Paris, Seuil

Ημερομηνία

18 Οκτ 2025

Ώρα

18:00 - 19:00

Τοπική ώρα

  • Timezone: America/New_York
  • Date: 18 Οκτ 2025
  • Time: 11:00 - 12:00
Κατηγορία
QR Code